Δεινομένη

Δεινομένη
Δεινομένης
masc nom/voc/acc dual (doric aeolic)
Δεινομένης
masc acc sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Γέλων — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Γ. Α’ (περ. 540 – 478 π.Χ.). Τύραννος της Γέλας και των Συρακουσών, γιος του Δεινομένη. Καταγόταν από τον ιεραρχικό οίκο του Τηλίνη, ιερέα των χθόνιων θεοτήτων, από την Τήλο. Αρχικά, αρχηγός ιππικού του τυράννου της… …   Dictionary of Greek

  • Κάλαμις — (5ος αι. π.Χ.). Γλύπτης. Καταγόταν ίσως από τη Βοιωτία και είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες, κυρίως χαλκοπλάστης, της εποχής πριν από τον Φειδία. Η γλυπτική του καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 470 έως …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”